Γι’ αυτούς που μένουν δεμένοι στο μέτριο και ζουν με την ελπίδα του καλύτερου χωρίς ποτέ να κάνουν τίποτα γι’ αυτό.
Γι’ αυτούς που αν και από διαίσθηση καταλαβαίνουν ότι το δέσιμο σημαίνει θάνατο, μένουν αγκιστρωμένοι σ’ αυτό που πια δεν υπάρχει, τρέμοντας τις φανταστικές συνέπειες σε περίπτωση που αποδεσμευτούν.
Γι’ αυτούς που κάποιες νύχτες νιώθουν τον θόρυβο της ζωής τους να κυλάει και δικαιολογούν τις πράξεις τους κάνοντας “θυσίες” και επιλογές “βολέματος” βουτηγμένες στην ανασφάλεια, το φόβο και την ενοχή.
Γι’ αυτούς που ζουν σε ένα “βόλεμά” γεμάτο με ένα βαθύ υπαρξιακό κενό, που τους καταβροχθίζει κάθε μέρα από λίγο και που στο τέλος της ζωής τους, θα εύχονταν να ήξεραν νωρίτερα πόση αληθινή ζωή τους κοστίζει.
Γι’ αυτούς που κάνουν μια “θυσία” να μείνουν σε μια σχέση χωρίς να ξέρουν γιατί. Γιατί η αγάπη δεν μετριέται με το πόσο εαυτό θυσιάζουμε για τον άλλον, αλλά με το πόσο μεγάλη χαρά μας δίνει η παρουσία του άλλου.
Γι’ αυτούς που αρνούνται τη σοφία που μπορούν να αποκτήσουν από την πραγματική ζωή και μαθαίνουν να ζουν με ανθρώπους που δεν σέβονται τον προσωπικό τους χρόνο και την ελευθερία τους.
Γι’ αυτούς που μένουν με την ανάμνηση του πραγματικού πάθους και της ζωής, βουλιάζοντας σε μια ηρεμία χωρίς ερεθίσματα και διστάζουν να πάνε πιο πέρα, να “ταξιδέψουν” και να βουτήξουν σε καινούρια νερά.
Γι’ αυτούς που μένουν εκεί που πια δεν υπάρχουν. Ζουν σε μια σύμβαση και όχι σε έναν έρωτα. Σε μάτια που ψάχνουν αλλά δεν τους κοιτάνε.
Γι’ αυτούς που φοβούνται τον πόνο του αποχωρισμού γιατί δεν ξέρουν ότι εκτός από τον πόνο που σε πληγώνει, υπάρχει και ο πόνος που σε αλλάζει και αποτελεί τρόπο εξέλιξης. Δεν έχουν μάθει ότι τα σημάδια από τις πληγές τους είναι τα σύμβολα της δύναμής τους.
Γι’ αυτούς που δεν έχουν καταλάβει ότι οι τρίτες ευκαιρίες είναι ένας μικρός θάνατος και χρησιμοποιούν αποτυχημένες σχέσεις ως δικαιολογία γιατί δεν έχουν μάθει να κλείνουν κύκλους.
Γι’ αυτούς που φοβούνται ότι ήδη έχουν χάσει την ευκαιρία της ζωής τους και θυσιάζουν συνεχώς τη δική τους ευτυχία για όλους τους άλλους.
Γι’ αυτούς που δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι εχθρούς έχουν μόνο όσοι αξίζουν και αφήνουν τα “πρέπει” και τη γνώμη των άλλων να κυβερνούν τη ζωή τους.
Γι’ αυτούς που δεν ταξιδεύουν όσο περισσότερο μπορούν και δεν είχαν ποτέ χρόνο να μάθουν καινούρια πράγματα. Δεν τόλμησαν ποτέ ώστε να καταλάβουν πως το δύσκολο είναι πιθανότερο από το αδύνατο.
Γι’ αυτούς που ζουν στην πολυθρόνα τους κλεμμένες ζωές.
Γι’ αυτούς που δεν ξέρουν πως η διαδρομή προς τον προορισμό μας δεν είναι ποτέ μια ευθεία γραμμή.
Γι’ αυτούς που ζουν σε χρυσά κλουβιά, υπνωτισμένοι, χωρίς να μπορούν να δουν τα κάγκελα γιατί έχουν πείσει τον εαυτό τους ότι μόνο εκεί είναι προστατευμένοι.
Για όλους εκείνους τους ανθρώπους που δεν βιάζονται να ζήσουν με την ένταση που μέσα τους επιθυμούν, που ποτέ δεν πήραν μια λευκή κόλλα χαρτί να γράψουν τα όνειρά τους από τότε που θυμούνται τον εαυτό τους και δίπλα πόσα τελικά κατάφεραν να πραγματοποιήσουν.
Γι’ αυτούς που η ζωή τους θα ήταν πολύ διαφορετική αν απλά τολμούσαν, για όλους αυτούς, ίσως, τελικά:
Ο μοναδικός εχθρός του καλύτερου να υπήρξε το “καλό” τους.
Κείμενο: Δημήτρης Συμεωνίδης
site Thessaloniki Arts and Culture